Η καριέρα του Τεξανού μπλουζίστα Lightnin' Hopkins ήταν μακρά και γόνιμη. Έπαιξε ζωντανά για έξι δεκαετίες και ηχογράφησε για 30 και πλέον χρόνια συγκεντρώνοντας έναν κατάλογο, σχεδόν μεγαλύτερο από όλους τους συγχρόνους του. Δεν ήταν μόνο παραγωγικός, αλλά ήταν ένας σπουδαίος αφηγητής και ένας πολύ καλός ερμηνευτής δίνοντας μια παράσταση που είχε τελειοποιήσει σε προπολεμικούς χορούς και πάρτι.
Ο Sam Hopkins γεννήθηκε στις 15 Μαρτίου 1912 και ο πατέρας του ήταν μουσικός που πέθανε όταν ο Sam ήταν πολύ μικρός. Η οικογένεια μετακόμισε στη Λιόνα του Τέξας όπου μεγάλωσε. Το 1920 , σε ηλικία 8 ετών, παρακολούθησε τον Blind Lemon Jefferson σε ένα πικνίκ στο Μπάφαλο του Τέξας και έτσι εμπνεύστηκε να κατασκευάσει μόνος του μια κιθάρα. 'Άνοιξε μια τρύπα σε ένα κουτί πούρων, του κάρφωσε μια σανίδα και της πέρασε σύρμα. Έμαθε να παίζει από τον Joel, τον μεγαλύτερο αδελφό του, και η μητέρα του, η Francis, τον παρότρυνε να παίζει όργανο στις λειτουργίες της εκκλησίας της ενορίας τους. Σύντομα όμως τον απορρόφησε η μουσική που έπαιζαν τα μεγαλύτερα αδέρφια του, ο Joel και ο John Henry. Παράτησε το σχολείο και άρχισε να δουλεύει σε μια φυτεία. Όπως πολλοί άλλοι μπλουζίστες άρχισε να παίζει σε διάφορα πικνίκ και χορούς αγροκτημάτων της περιοχής του τα βράδια της Παρασκευής και του Σαββάτου και αργότερα, άρχισε να ταξιδεύει σε όλο το Τέξας. Στα τέλη της δεκαετίας του 1920 συνεργαζόταν ήδη με τον εξάδελφό του, Texas Alexander, παίζοντας στο δρόμο για φιλοδωρήματα. Η συνεργασία τους συνεχίστηκε μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1930, όταν ο Hopkins φυλακίστηκε στην αγροτική φυλακή του Χιούστον για κάποιο άγνωστο αδίκημα. Όταν αποφυλακίστηκε συνεργάστηκε ξανά με τον Alexander δουλεύοντας σε πικνίκ, σε πάρτι και σε διάφορα καταγώγια. Γύριζε το Τέξας, συχνά με λεωφορεία, όπου οι οδηγοί του επέτρεπαν να ταξιδεύει δωρεάν παίζοντας για τους επιβάτες.
Το 1946, οι Hopkins και Alexander είχαν την ευκαιρία να ηχογραφήσουν χάρη σε έναν κυνηγό ταλέντων της Aladdin Record, αλλά μόνο ο Hopkins δέχτηκε την προσφορά και στις 4 Νοεμβρίου 1946 βρέθηκε στο Λος Άντζελες για να ηχογραφήσει το "Katie Mae Blues" με τον πιανίστα Wilson "Thunder" Smith σαν Thunder and Lightnin'. Ο δίσκος γνώρισε επιτυχία στα νοτιοδυτικά και ένα χρόνο αργότερα η Aladdin τον έβαλε πάλι στο στούντιο όπου ηχογράφησε το "Short Haired Women", το οποίο πούλησε περίπου 40.000 αντίτυπα. Το 1948 πούλησε διπλάσιους δίσκους με την ηχογράφηση του "Baby Please Don't Go", σχεδόν όλους στην περιοχή του Χιούστον και στην πολιτεία του Τέξας.
Ταυτόχρονα με την ηχογράφηση για τηνAladdin, ο Hopkins έκοψε δίσκους για την Goldstar του Χιούστον, και θα συνέχιζε να ηχογραφεί για περισσότερες από είκοσι διαφορετικές εταιρείες στη διάρκεια της μακρόχρονης δισκογραφικής του καριέρας. Δεν είναι γνωστό αν υπήρξε ο πιο παραγωγικός καλλιτέχνης των μπλουζ, σίγουρα πάντως είναι πολύ δύσκολο να εντοπιστεί η πλήρης δισκογραφία του. Το 1949 μπήκε στα R&B charts το 1949 με το "Tim Moore's Farm", ενώ τα τρία επόμενα χρόνια είχε άλλες τέσσερις επιτυχίες, με μεγαλύτερη το "Bring me My Shotgun" που έφτασε στο Νο. 5.
Ο Hopkins έκανε ένα διάλειμμα ανάμεσα στο 1954 και το 1959, αν και ηχογράφησε μερικούς δίσκους το 1956. Με την εμφάνιση του ηλεκτρικού μπλουζ της Chess Records, ο Hopkins φαινόταν ντεμοντέ. Το 1959 τον ανακάλυψε ξανά ο λαογράφος Mack McCormick και η καριέρα του αναβίωσε όταν ο Sam Charters τον ηχογράφησε για την εταιρεία The Folkways. Σύμφωνα με τον McCormick, "Είναι ένας τροβαδούρος με την καλύτερη έννοια της λέξης: ένας τραγουδιστής του δρόμου, ένας δεξιοτέχνης του αυτοσχεδιασμού, γέννημα-θρέμμα της τεράστιας παράδοσης των μπλουζ. Η μουσική του είναι τόσο προσωπική όσο μια χαμηλόφωνη συζήτηση».
Την επόμενη χρονιά ο Hopkins έπαιξε το Carnegie Hall με την Joan Baez και τον Pete Seeger, αλλά και φολκ φεστιβάλ του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνιας, στο Μπέρκλεϊ, και αμέσως μετά περιόδευσε στο κολεγιακό των κολεγίων. Το κοινό του διευρύνθηκε περισσότερο με την εμφάνισή του στην εκπομπή του CBS TV, A Pattern of Words & Music .
Σε όλη τη διάρκεια της δεκαετίας του '60 οι ηχογραφήσεις του του εμφανίστηκαν σε διάφορες ετικέτες. Η προτιμώμενη μέθοδος για να ηχογραφεί να πάρει τα χρήματα προκαταβολικά. Για τον Hokinns οι πληρωμές δικαιωμάτων ήταν ένας υπερβολικά ανασφαλής τρόπος για να κερδίζει τα προς το ζην. Ο Lightnin' δεν ήθελε να χάνει πολύ χρόνο κι έτσι συνήθως ηχογραφούσε το τραγούδι με την πρώτη εκτέλεση. Μετά την εμφάνισή του στο Carnegie Hall, άρχισε να παίζει πιο αναγνωρισμένους χώρους, συμπεριλαμβανομένου του Newport Folk Festival. Μερικές φορές εμφανιζόταν με τους Clifton Chenier's Band και το 1967, συμμετείχε σε μια ταινία μικρού μήκους του Les Blank με τίτλο, The Sun's Gonna Shine. Την επόμενη χρονιά ο Blank γύρισε το 1968 μια άλλη μικρού μήκους, The Blues According Lightnin' Hopkins .
Όπως πολλοί από τους συγχρόνους του, ο Lightnin' ηχογράφησε ένα άλμπουμ με ηλεκτρικό μπλουζ, το The Great Electric Show & Dance , αλλά σίγουρα αισθανόταν άβολα σε αυτό το σκηνικό. Στη διάρκεια της δεκαετίας του 1970 παρέμεινε ενεργός τόσο στο στούντιο όσο και με ζωντανές εμφανίσεις. Έπαιξε σε όλες τις ΗΠΑ και τον Καναδά και διέσχισε ξανά τον Ατλαντικό για να εμφανιστεί στη Βρετανία, παρά την απέχθειά του για τις πτήσεις. Το 1970 εμφανίστηκε στο βρετανικό τηλεοπτικό σόου Blues Like Showers Of Rain και την επόμενη χρονιά στις τηλεοπτικές εκπομπές Artists In America και Boboquivari. Καθώς κυλούσε η δεκαετία του '80, άρχιζε να παρατηρεί μια πτώση στην απήχησης country blues του Τέξας, ενώ είχε κάποια προβλήματα με την υγεία του. Τελικά, ο Lightnin' Hopkins πέθανε από καρκίνο στο Χιούστον του Τέξας τον Ιανουάριο του 1982.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΣΧΕΤΙΚΑ
Μικρά πορτρέτα σημαντικών ανθρώπων: Sonny Boy Williamson II
Mississippi John Hurt: Ο γνωστός – άγνωστος των blues...
Ο Willie Dixon και τα Blues του Σικάγο...
Ο Στέλιος Βαμβακάρης και τα καραντουζένια των blues...
Josh White: Όταν τα blues και τα gospel συνάντησαν την folk και το τραγούδι διαμαρτυρίας...
American Primitive Guitar: ο John Fahey και τα blues της υπαίθρου
Η μουσική του διαβόλου – Ο μύθος του Ρόμπερτ Τζόνσον
Robert Johnson was the devil man..
Lightnin' Hopkins: His Life and Blues (Chicago Review Press)