Γράφει ο Γιάννης Καστανάρας
Εδώ μπορείτε να δείτε εικόνες και να διαβάσετε διάφορα για διάφορους που κατά καιρούς έχουν δημοσιευτεί στο Facebook του Merlin's Music Box. Εικόνες με σχόλια και πληροφορίες μέσα από ανάκατες δεκαετίες πολιτιστικών και πολιτικών κινημάτων και των ανθρώπων που συνέβαλαν (συνήθως με θετικό τρόπο) σε αυτά...
15 Οκτωβρίου 2006, ξημερώματα. Τα ρολά του θρυλικού CBGB έχουν κατέβει οριστικά, αμέσως μετά το τελευταίο live στο κλαμπ...
Η Patti Smith είναι ο τελευταίος καλλιτέχνης που εμφανίζεται στο περίφημο CBGB, τον ναό του πανκ που είχε ανοίξει ο Hilly Kristal, o πατέρας τρόπον τινά (και, εν μέρει, άθελά του) του αμερικανικού punk, στη συνοικία Μπόουερι του Μανχάταν το 1973, σαν ποτάδικο τρίτης κατηγορίας. Το κλαμπ έπρεπε να κλείσει έπειτα από μια παρατεταμένη διαμάχη μεταξύ του Kristal και της Επιτροπής Κατοίκων του Μπόουερι. Στο μεταξύ, πολλοί καλλιτέχνες και φίλοι είχαν προσπαθήσει να διατηρήσουν το κτίριο ως ιστορικό ορόσημο, αλλά όλες οι προσπάθειες απέτυχαν και τελικά το CBGB έκλεισε για να γίνει κατάστημα ρούχων.
Η τρίωρη εμφάνιση της Patti (τη βλέπετε ολόκληρη, επίσης στα σχόλια) μεταδόθηκε ζωντανά από το δορυφορικό ραδιόφωνο Sirius και σε μερικά τραγούδια συμμετείχαν ο Flea των Red Hot Chili Peppers και ο Richard Lloyd των Television, δίπλα στους Jay Dee Daugherty και Tony Shanahan (τύμπανα και μπάσο/πλήκτρα/κιθάρα αντίστοιχα - αμφότεροι μέλη των Patti Smith Group).
Ανάμεσα στα δικά της τραγούδια, η Patti έσπειρε κομμάτια του Lou Reed, των Television, των Rolling Stones, των Dead Boys, των Who, των Byrds, ένα ποτ πουρί με τραγούδια των Ramones, ενώ, οδεύοντας προς το φινάλε, στο «Gloria», η σπουδαία τραγουδίστρια κάλεσε το κοινό να κραυγάσει μαζί της το σύνθημα των Ramones, «Ηey Hο Let's Go!»
Κατά τη διάρκεια του «Elegie», του τελευταίου τραγουδιού στο ανκόρ και του τελευταίου που θα ακουγόταν ζωντανά στο ιστορικό κλαμπ, η Smith σύστησε τους μουσικούς της μπάντας και στη συνέχεια κατονόμασε πρόσωπα που είχαν πλέον πεθάνει και είχαν δοξαστεί (και δοξάσει) το CBGB όπως των Joey, Johnny and Dee Dee των Ramones, του Johnny Thunders και του πρώην μέλους της μπάντας της, Richard Sohl — πριν φωνάξει ένα εμφατικό «Ευχαριστώ» στον Hilly Kristal...
ΒΛ. ΕΠΙΣΗΣ:
Hilly Kristal, ο πατέρας της punk...
Ολόκληρη η βιντεοσκοπημένη συναυλία ΕΔΩ
Με τον φακό του Eddie Vedder...
Ο φακός του Sam Μight συλλαμβάνει τον Eddie Vedder των Pearl Jam πίσω από τη σκηνή, να φωτογραφίζει (ή να βιντεοσκοπεί) την πάντα συναρπαστική Kim Gordon (ex-Sonic Youth), ενώ εκείνη προσπαθεί να κάνει κάποιο ακροβατικό στηριγμένη στο μπάσο της, στη διάρκεια της εμφάνισής της στο Ohana Fest την Κυριακή 29 Σεπτεμβρίου 2024.
Πριν η Gordon ανέβει στη σκηνή με την μπάντα που τη συνόδευε, ο Vedder την είχε παρουσιάσει στο κοινό λέγοντας: «Θα κάνουμε αυτή τη μέρα την καλύτερη όλων. Και ένα παράδειγμα για αυτό είναι ότι ακριβώς αυτή τη στιγμή έχω το απίστευτο προνόμιο και την τιμή να παρουσιάσω κάποια που εδώ και τόσα πολλά χρόνια είναι πολύ σημαντική για μένα. Υποδεχτείτε, παρακαλώ, την Kim Gordon...»
Για την ιστορία, εκτός από την Kim, στο καλιφορνέζικο φεστιβάλ συμμετείχαν, μεταξύ άλλων, οι Pearl Jam, o Sting, οι Idles, oι Breeders, η Alanis Morissette, οι Black Pumas και οι Bad Nerves...
BΛ. ΕΠΙΣΗΣ:
H Kim Gordon για τον Kurt Cobain
Λόγια ανθρώπων επιφανών: Kim Gordon
Sonic Youth: Το τέλος... (Σάο Πάολο, Βραζιλία, 14/11/2011)
Johnny Cash: Εν αρχή...
Μετά τη θητεία του στην Πολεμική Αεροπορία (για μεγάλο διάστημα η μονάδα του στάθμευε στη Γερμανία), ο Cash εργάστηκε ως πωλητής στο Μέμφις του Τενεσί. Ωστόσο, η μουσική ήταν πάντα το όνειρό του κι έτσι συνεργάστηκε με δυο «μπουζόκλειδα» - τον Marshall Grant στο μπάσο και τον Luther Perkins στην ηλεκτρική κιθάρα. Σύντομα οι νεαροί μουσικοί δημιούργησαν έναν στενό δεσμό μεταξύ τους και με τις οικογένειές τους και άρχισαν να ανταλλάσσουν επισκέψεις στα σπίτια τους για να παίζουν μουσική – κυρίως γκόσπελ. Ο Cash, ο οποίος γρατζούναγε μια παλιά κιθάρα των 5 δολαρίων που είχε αγοράσει στη Γερμανία, ήταν ο φρόντμαν της μπάντας που άρχισε να εμφανίζεται εδώ κι εκεί σαν Johnny Cash and the Tennessee Two, παίζοντας γκόσπελ, κάντρι και μπλουζ.
Το καλοκαίρι του 1954, οι τρεις μουσικοί επισκέφθηκαν απροειδοποίητα τη Sun Records, την ανεξάρτητη δισκογραφική εταιρεία του Sam Phillips που τον Ιούλιο είχε κόψει το «That’s Alright Mama/Blue Moon of Kentucky»», το πρώτο 45άρι του Elvis. Ζήτησαν ακρόαση, ο Phillips ήταν όλο αυτιά και γούσταρε τον ήχο, αλλά τους προτιμούσε «λιγότερο» γκόσπελ, επειδή πίστευε ότι η αγορά του είδους ήταν περιορισμένη. Έτσι τους πρότεινε να φύγουν και να γυρίσουν έχοντας γράψει ένα δικό τους τραγούδι. Λίγες μέρες μετά, ο Cash, ο Grant και ο Perkins γύρισαν στο στούντιο έχοντας «υπό μάλης» το ροκαμπίλι «Hey Porter», μια σύνθεση του Cash. Ο Phillips καραγούσταρε, το ηχογράφησε την 1η Σεπτεμβρίου, αλλά το κυκλοφόρησε τον Μάιο/Ιούνιο του 1955. Τα ρέστα είναι ιστορία...
ΒΛ. ΣΧΕΤΙΚΑ
Όταν ο Bob Dylan βρέθηκε στο στούντιο με τον Johnny Cash...
Η περίεργη σύνδεση του Johnny Cash με τον Ιωσήφ Στάλιν...
Όταν ο Johnny Cash έδειξε το μεσαίο του δάχτυλο...
Ένας Ανδαλουσιανός Σκύλος...
Ο Ανδαλουσιανός Σκύλος (1929), ίσως η ταινία που έχει αναλυθεί περισσότερο από κάθε άλλη στην ιστορία του κινηματογράφου, προέκυψε σαν αποτέλεσμα μιας συζήτησης για τα όνειρα ανάμεσα στον Λούις Μπουνιουέλ και τον Σαλβαντόρ Νταλί. Για το γύρισμα της ταινίας απασχολήθηκαν το πολύ πέντε-έξι άτομα και τη χρηματοδότηση ανέλαβε η μητέρα του Μπουνιουέλ. Όταν ο Λούις αποφάσισε επιτέλους να πιάσει δουλειά είχε ήδη φάει τα μισά λεφτά στα νυχτερινά κέντρα και στα ξενύχτια. Ωστόσο, σε πείσμα (ίσως και εξαιτίας) της «φρικιαστικής» πρώτης σκηνής (αυτή με το μάτι ενός νεκρού μοσχαριού και όχι της Simonne Mareuil) η ταινία γνώρισε μεγάλη εμπορική επιτυχία όταν προβλήθηκε, αλλά ταυτόχρονα ξέσπασε μεγάλος σάλος για το ωμό της περιεχόμενο – ακούστηκαν μέχρι και απειλές. Ακόμα και οι σουρεαλιστές σύντροφοί του πέρασαν από «δίκη» τον Μπουνιουέλ κι εκείνος, απογοητευμένος και αντιμέτωπος με το ηθικό δίλημμα, ανακοίνωσε ότι ήταν πρόθυμος να κάψει τα αρνητικά – ευτυχώς όμως οι σουρεαλιστές τελικά τον απέτρεψαν.
«Η ανάγκη για αλλαγή είναι αυτή που μας ωθεί να ενώσουμε τις δυνάμεις μας με τους αδελφούς και τις αδελφές μας σε όλο τον κόσμο - αλλά η αλλαγή είναι αργή»...
Αυτό είχε πει κάποτε ο σοφός Eric Burdon που εδώ τον βλέπετε να καπνίζει… κάτι σε πίπα και η αλήθεια είναι ότι από την πλευρά του όντως το προσπάθησε σε πολύ σημαντικό βαθμό. Στην εφηβεία του, ο Eric άκουσε τον Smiley Lewis, έναν τραγουδιστή και κιθαρίστα από τη Νέα Ορλεάνη, να τραγουδάει το «Shame, Shame, Shame» στην ταινία του Elias Kazan Baby Doll και κάπως έτσι ανακάλυψε το Rhythm ‘n’ Blues. Οι γονείς του αγόρασαν ένα πικάπ τα εποχής και ένας γείτονας που υπηρετούσε στο εμπορικό ναυτικό του έφερνε δίσκους από την Αμερική: δίσκους του Ray Charles και της Nina Simone, αλλά και του Little Richard, του Chuck Berry και του James Brown. Με το που έπαιρνε έναν καινούργιο δίσκο που τον εντυπωσίαζε, ο Eric γύριζε τα σπίτια των φίλων του για να τον ακούσουν προσπαθώντας, εν είδη παιχνιδιού, να βγάλουν άκρη με τους στίχους, και μαθαίνοντας τη «μυστική γλώσσα»…
Στην εφηβεία του, ο Eric άκουσε τον Smiley Lewis, έναν τραγουδιστή και κιθαρίστα από τη Νέα Ορλεάνη, να τραγουδάει το «Shame, Shame, Shame» στην ταινία του Elias Kazan, Baby Doll, και κάπως έτσι ανακάλυψε το Rhythm ‘n’ Blues. Οι γονείς του αγόρασαν ένα πικάπ τα εποχής και ένας γείτονας που υπηρετούσε στο εμπορικό ναυτικό του έφερνε δίσκους από την Αμερική: δίσκους του Ray Charles και της Nina Simone, αλλά και του Little Richard, του Chuck Berry και του James Brown. Με το που έπαιρνε έναν καινούργιο δίσκο που τον εντυπωσίαζε, ο Eric γύριζε τα σπίτια των φίλων του για να τον ακούσουν, προσπαθώντας, εν είδη παιχνιδιού, να βγάλουν άκρη με τους στίχους, και μαθαίνοντας τη «μυστική γλώσσα»…
AKΟΥΣΤΕ ΚΑΙ ΔΕΙΤΕ ΣΧΕΤΙΚΑ:
Η 1η συναυλία του Eric Burdon στην Ελλάδα στο Παλλάς την Πέμπτη 29 Μαρτίου 1984 (full audio)
Ο Eric Burdon στο Θέατρο Βράχων στις 3/8/2005 (video)
Eric Burdon & The Animals - Farewell tour, Ηρώδειο 27/09/2019 (video)
Joni, oh, Joni...
«Όταν ήμουν 19 ετών πήγα σε σχολή καλών τεχνών. Είχα έξι μήνες να μάθω μόνη μου να παίζω βαρύτονο γιουκαλίλι, οπότε ήμουν κάτι σαν αρχάρια φολκίστρια... Εκείνη την εποχή τραγουδούσα folk τραγούδια... Μετά πήγα στο Τορόντο για να παρακολουθήσω το Mariposa Folk Festival, για την ακρίβεια για να δω την Buffy Sainte-Marie. Δεν είχα ακόμα εικόνα του εαυτού μου ως μουσικού. Διαπίστωσα ότι δεν μπορούσα να δουλέψω και δεν είχα αρκετά χρήματα για να μπω στο σωματείο, κόστιζε 160 δολάρια και δεν τα είχα. Δούλευα σε γυναικεία ρούχα. Δούλευα σε ένα πολυκατάστημα και μετά βίας τα έβγαζα πέρα. Τελικά βρήκα ένα κλαμπ της κακιάς ώρας στο Τορόντο που μου επέτρεψε να παίξω. Έπαιξα εκεί για δύο μήνες. Μετά παντρεύτηκα τον Chuck Mitchell και μετακόμισα στην άλλη πλευρά των συνόρων. Ακόμα προσπαθούσαμε με να βρούμε δουλειά. Σαν ζευγάρι, βγάζαμε 15 δολάρια τη βραδιά. Υπήρχαν κλαμπ που ανήκαν σε κλίκες ήταν και δεν μας επέτρεπαν την είσοδο. Στο Ντιτρόιτ είχαμε ένα διαμέρισμα στον πέμπτο όροφο με μερικά επιπλέον δωμάτια. Όταν ο Eric Anderson [o τραγουδιστής της folk που τραγούδια του ηχογράφησαν δεκάδες μουσικοί, ανάμεσά τους οι Johnny Cash, Bob Dylan, Judy Collins, Linda Ronstadt και Grateful Dead], ο David Blue [στυλοβάτης της πρώιμης νεοϋορκέζικης folk σκηνής] και ο Tom Rush [σημαντικός folk συνθέτης και ερμηνευτής] και διάφοροι άλλοι περνούσαν από το Ντιτρόιτ, τους φιλοξενούσαμε εκεί. Ο Bruce Langhorne [έπαιζε καταπληκτικό ντέφι και λέγεται ότι ενέπνευσε τον Bob Dylan να γράψει το "Mr Tambourine Man"], συνήθιζε να μένει μαζί μας. Ο Eric μου έμαθε μερικά ανοιχτά κουρδίσματα. και μόλις τα έμαθα για κάποιο λόγο άρχισα να αποκτώ αντίληψη των πολύπλοκων αρμονιών που άκουγα και ενθουσίαζαν τη μουσική πηγή μέσα μου. Μόλις κατάλαβα μερικά ενδιαφέροντα ακόρντα για να παίξω, άρχισαν να μου έρχονται συνθετικές ιδέες...»
Howlin' Wolf: Ποτέ δεν είναι αργά...
Ο Howlin’ Wolf ήταν μια σημαντική μορφή στην εξέλιξη των blues του Σικάγο. Ο ακατέργαστος τόνος της φωνής του και το φαλtσέτο «ουρλιαχτό» του λύκου, σήμα κατατεθέν του Αφροαμερικανού καλλιτέχνη, είχαν την πρωτόγονη ενέργεια των country blues του Δέλτα που ο Chester Arthur Burnett είχε μάθει στα νιάτα του. Ο Wolf πραγματοποίησε με επιτυχία τη μετάβαση από τα blues της υπαίθρου και ήταν ένας από τους λίγους καλλιτέχνες που διαμόρφωσαν και καθόρισαν τον αναδυόμενο ήχο των αστικών blues. Εκατοντάδες, κυριολεκτικά, καλλιτέχνες (συμπεριλαμβανομένων και των συγχρόνων του) παραδέχονται την επιρροή που άσκησε πάνω τους, ενώ πολύ περισσότεροι έχουν ηχογραφήσει τις δικές τους εκδοχές των τραγουδιών του.
Με ύψος 1,91 μ. και βάρος που έφτανε τα 125 κιλά, ο Howlin’ Wolf είχε μια επιβλητική σκηνική παρουσία που έμενε αλησμόνητη ακόμη και για εκείνους που είχαν την τύχη να τον παρακολουθήσουν μόνο για μια φορά. Τραγουδώντας με μια φωνή που έμοιαζε θαρρείς και είχε καταπιεί χαλίκια, αλυχτώντας και ουρλιάζοντας, φυσώντας με μανία μια φυσαρμόνικα πάνω από τον θόρυβο των ηλεκτρικών οργάνων, ο Wolf ήταν ικανός να γκρεμίσει το μαγαζί, προκαλώντας δέος (και, ενίοτε, φόβο) στους θαμώνες.
Αναλφάβητος μέχρι τα 40 του, ο Wolf παρακολούθησε το σχολείο για το απολυτήριο της γενικής εκπαίδευσης και συνέχισε τις σπουδές του στις επιχειρήσεις και τη λογιστική. Στα μέλη της μπάντας του έδινε πάντα αξιοπρεπείς μισθούς και διάφορες παροχές, όπως ασφάλιση στο σύστημα υγείας, και σύμφωνα με τον κιθαρίστα Johnny Shines, «ήταν ένας μαγικός άνθρωπος. Είχαν ένα παλιό ρητό για ανθρώπους που, όπως ο Robert Johnson, είχαν πουλήσει πούλησαν την ψυχή τους στο διάβολο για να μπορούν να παίζουν καλύτερα από οποιονδήποτε άλλο και πίστευα ότι ο Wolf ήταν ένας από αυτούς»!
ΒΛ. ΕΠΙΣΗΣ
Οι Sex Pistols λίγο πριν το τέλος...
Ο Johnny Rotten και στο βάθος ο Steve Jones, 14 Ιανουαρίου 1978, Cain’s Ballroom, Τούλσα, Οκλαχόμα, ΗΠΑ - η έβδομη ημερομηνία των οκτώ συνολικά συναυλιών που πραγματοποίησαν οι Sex Pistols στη διάρκεια της πρώτης και μοναδικής αμερικανικής περιοδείας τους, μιας περιοδείας που θα τελείωνε άδοξα δυο μέρες αργότερα στο Winterland του Σαν Φρανσίσκο με την ιστορική, πλέον, καταληκτική φράση Johnny Rotten, «Ever get the feeling you ’ve been cheated?» («Νιώσατε ποτέ πως πιαστήκατε κορόιδο;»), λίγο πριν ανακοινωθεί η διάλυση της βρετανικής μπάντας.
Όταν εμφανίστηκαν στο Cain’s εκείνο τον χειμώνα, τα καύσιμα στη μηχανή των Pistols είχαν σχεδόν εξαντληθεί. Αντί να τους στείλει στη Νέα Υόρκη και το Λος Άντζελες, όπου πιθανότατα θα τους λάτρευαν και θα εκθείαζαν, ο Malcolm McLaren είχε προγραμματίσει συναυλίες σε πολιτείες του αμερικανικού Νότου, όπου ως επί το πλείστον το κοινό δεν θα καταλάβαινε ούτε τι έβλεπε ούτε τι άκουγε. Οι αντιδράσεις ήταν ποικίλες, με διαδηλωτές έξω από τα κλαμπ, το μακελειό τεράστιο και ο Johnny Rotten είχε περάσει το μεγαλύτερο μέρος της 11ης Ιανουαρίου κρυμμένος σε ένα γραφείο σε μια γωνιά του Cain’s. Το προηγούμενο βράδυ, στο Ντάλας είχε καταστρέψει έναν φακό αξίας 10.000 δολαρίων που ανήκε σε ένα συνεργείο ντοκιμαντέρ και έτσι ήταν κινούμενος στόχος.
Η συναυλία των Sex Pistols στο Cain's ήταν χλιαρή. Σύμφωνα με έναν θεατή, «Ήταν καυτοί για τα τρία πρώτα κομμάτια αλλά μετά έχασαν την μπάλα», ενώ ο μουσικοκριτικός της Tulsa Tribune τους χαρακτήρισε βαρετούς, σχολιάζοντας ότι «τα τραγούδια έμοιαζαν πολύ μεταξύ τους για να προκαλέσουν σοβαρό, μόνιμο αντίκτυπο». Ούτως ή άλλως όμως, η ποιότητα των εμφανίσεων των Pistols ουδέποτε είχε υψηλές προσδοκίες και σε βάθος χρόνου δεν ήταν καν σημαντική. Σημασία έχει το γεγονός ότι οι θρυλικοί Pistols έπαιξαν πράγματι εκεί (το Cain's είναι ο μόνος χώρος από εκείνη την περιοδεία που λειτουργεί ακόμα). Η σύνδεση έχει γίνει και οι λεπτομέρειες είναι ασήμαντες. Και μόνο η παρουσία τους ήταν αρκετή για να ανοίξει τα κουρασμένα μάτια και αυτιά πολλών μουσικών σε μια πόλη στη μέση του πουθενά.
Να τι θυμόταν από εκείνες τις μέρες ο σπουδαίος rock φωτογράφος Bob Gruen που συνόδευε το συγκρότημα: «Είχαμε να διανύσουμε μια μεγάλη διαδρομή από το Ντάλας στην Τούλσα μέσα από δέκα πόντους χιόνι και πάγο. Κάποια στιγμή μέσα στη νύχτα σταματήσαμε σε ένα βενζινάδικο που είχε εστιατόριο. Μπήκα μέσα με τον Sid και καθίσαμε στον πάγκο. Πριν καν το καταλάβω, ο Sid είχε πιάσει κουβέντα με έναν καουμπόη και την οικογένειά του. Τον κάλεσαν να καθίσει μαζί τους και ο Sid μετέφερε τα αυγά του στο τραπέζι τους. Όταν ο καουμπόης άκουσε ότι το επώνυμο του Sid ήταν “Vicious” άρχισε να τον προκαλεί. Έσβησε το τσιγάρο του πάνω στο χέρι του και μετά ρώτησε τον Sid τι μπορούσε να κάνει εκείνος. Ο Sid απλά πήρε το μαχαίρι του, έκοψε το χέρι του, και συνέχισε να τρώει με το αίμα να στάζει στα αυγά του σαν κέτσαπ. Τότε ο καουμπόης άρπαξε την οικογένειά του κι όπου φύγει φύγει».
ΒΛ. ΕΠΙΣΗΣ:
Οι Sex Pistols υπογράφουν συμβόλαιο με την A&M, παίρνουν τα λεφτά και... τρέχουν!
Όταν οι Sex Pistols νίκησαν τον νόμο...
Οι Sex Pistols λίγο πριν το τέλος από την πένα του Steve Jones...
HXHTIKO:
Οι Sex Pistols στο Fly Beeyond Festival τον Ιούλιο του 2008 (audio)
Paz Lenchantin: Από τους A Perfect Circle τους Pixies και πάει λέγοντας...
Η μετακόμιση από τη γενέτειρά της την Αργεντινή στο Λος Άντζελες σε ηλικία πέντε ετών ήταν μόνο η πρώτη μεγάλη κίνηση για την σέξι (50άρα πλέον) Paz Lenchantin. Θυγατέρα ενός ζεύγους μουσικών, με αδελφή επίσης μουσικό (και ενίοτε συνεργάτιδά της), η Paz ασχολήθηκε από νωρίς με τη μουσική και σύντομα κατάλαβε ότι είχε βρει την κλίση της, καταλήγοντας στο μπάσο για να κάνει την «επανάστασή» της στην κλασική οικογενειακή παράδοση. Αν και είναι περισσότερο γνωστή ως μπασίστρια των Pixies μέχρι πολύ πρόσφατα (το 2014 η Kim Deal είχε αρνηθεί πρόταση να επιστρέψει στο συγκρότημα του Black Francis και τότε η τύχη χαμογέλασε στην Paz), πριν απολυθεί τον περασμένο Απρίλιο για «άγνωστους λόγους», παίζει δεξιοτεχνικά πιάνο, βιολί και κιθάρα, ενώ συνθέτει, ενορχηστρώνει και ερμηνεύει, μνημονεύοντας ως μουσικές επιρροές τον John Paul Jones των Led Zeppelin και τον Rick Danko των Band (hats off και μόνο για το τελευταίο…) Η Paz ασχολείται επίσης με τη δημιουργία μουσικών βίντεο και μάλιστα κάποτε εργάστηκε ως βοηθός του Adam Jones, κιθαρίστα και βιντεο-διάνοιας των Tool, στο βίντεο των σκοτεινών Καλιφορνέζων για το τραγούδι «Ænima» μέσα από το ομώνυμο άλμπουμ τους. Υπήρξε ιδρυτικό μέλος των A Perfect Circle μαζί με τον τον Maynard James Keenan των προαναφερθέντων Tool, συμμετείχε στους Zwan του Billy Corgan των Smashing Pumkins, ενώ έχει συνεργαστεί με μπάντες και καλλιτέχνες όπως οι Queens of the Stone Age, η Melissa Auf der Maur, οι Silver Jews και η Jarboe των Swans. Στον ελεύθερο χρόνο της η Paz σερφάρει και συνήθως παίζει ξυπόλητη, με ένα τριαντάφυλλο στερεωμένο στα κλειδιά του μπάσου της…
Alexis Korner: «Σε όλη μου τη ζωή πρέπει να υπέφερα από βαριά σχιζοφρένεια. Ο ένας μου εαυτός , αυτός που ακούει ό,τι δεν μπορεί να παίξει ο άλλος, είναι αυτός που κυριαρχεί...»
Ο Alexis Korner, εδώ απαθανατισμένος από τον Jim Marshall, πέρασε μια ζωή χωμένος βαθιά στα μπλουζ. Θα έλεγε κανείς ότι ήταν το «Ground Zerο» της βρετανικής R&B σκηνής, ένας τραγουδιστής/κιθαρίστας γεννημένος στο Παρίσι με ρίζες πολύ διαφορετικές από αυτές των μαύρων μουσικών του Δέλτα (ο Korner ήταν εν μέρει Έλληνας, Τούρκος και Αυστριακός). Από σπάργανα που είχε υφάνει ο ίδιος ξεπήδησε μια ολόκληρη γενιά από προσωπικότητες που έμελλε να αλλάξουν το ρου της βρετανικής μουσικής: Οι Jack Bruce, Ginger Baker, Long John Baldry, Robert Plant, τα περισσότερα από τα αυθεντικά μέλη των Rolling Stones – όλοι αυτοί και πολλοί άλλοι μελέτησαν τις φολκ-μπλουζ ρίζες που δίδασκε ο Korner, ατύπως ή παίζοντας στο ιστορικό του συγκρότημα, τους Blues Incorporated.
Το 1981, ο Korner σχημάτισε το τελευταίο συγκρότημα της καριέρας του, τους Rocket 88, από τους οποίους πέρασαν ονόματα όπως ο Jack Bruce ο πιανίστας Stones, Ian Stewart, o Charlie Watts (γι’ αυτόν μπορείτε να δείτε περισσότερα στα σχόλια), ο σαξοφωνίστας της τζαζ Dick Morrisey, ο τρομπονίστας Colin Ranger Smith, κ.α.
Ο καρκίνος σκότωσε τον Alexis Korner την 1η Ιανουαρίου 1984 σε ηλικία 55 ετών…
Για την ιστορία, το «Rocket 88» εμφανίστηκε αρχικά στο μοντέλο Oldsmobile Rocket 88 της General Motors που βγήκε στο δρόμο το 1949, ενώ δυο χρόνια αργότερα, το 1951, έγινε τίτλος τραγουδιού το οποίο, μολονότι πιστώνεται στους Jackie Brenston and his Delta Cats, στην πραγματικότητα ο Brenston ήταν ο τραγουδιστής και οι Delta Cats που τον συνόδευαν ήταν οι Rhythm Kings με επικεφαλής τον Ike Turner. Το κομμάτι έφτασε στο Νο1 του Billboard.
Γιάννης Καστάναρας
Ο Γιάννης Καστάναρας είναι καθ' έξιν και κατ΄ επάγγελμα slacker, συνεκδότης και executive producer (ο,τι κι αν σημαίνει αυτό το πράγμα) του φανζίν Merlin's Music Box.
Γιάννης Καστάναρας
Ο Γιάννης Καστάναρας είναι καθ' έξην και καθ΄ επάγγελμα slacker, συνεκδότης και executive producer (ο,τι κι αν σημαίνει αυτό το πράγμα) του φανζίν Merlin's Music Box.
Γιάννης Καστάναρας
Ο Γιάννης Καστάναρας είναι καθ' έξην και καθ΄ επάγγελμα slacker, συνεκδότης και executive producer (ο,τι κι αν σημαίνει αυτό το πράγμα) του φανζίν Merlin's Music Box.